Ρωμέικο 2018

  Το Ρωμέικο είναι η ποικιλία από την οποία κυρίως γίνεται ο Μαρουβάς, ένα παραδοσιακό ερυθρό κρασί ηθελημένης οξείδωσης από έως πολύχρονη παραμονή

σε βαρέλι, έχω πιει πολλούς, σπανίως διαμαντάκια, συνήθως προς τον φυσικό του προορισμό, το ξύδι.

Mέτριες τανίνες, αραιό χρώμα, δύσκολα τα καταφέρνει μόνο του χωρίς καλλιεργητή και οινολόγο που ξέρουν τη δουλειά τους, όπως και το Κοτσιφάλι και το Λιάτικο, από τα οποία ελάχιστα θα βρείτε καλά μονοποικιλιακά. Ως προς το Ρωμέικο, μονοποικιλιακό της προκοπής δεν γνωρίζω ως τούδε, αλλά τουλάχιστον οι δύο οινοποιήσεις του Μανουσάκη από παλαιά αμπέλια σε κυπελοειδή διαμόρφωση βάζουν την ποικιλία στον 21ο αιώνα με ένα ερυθρό χαρμάνι με Σιρά και ένα μονοποικιλιακό λευκής οινοποίησης, κοινώς blanc de noir. Για καλή μας τύχη αμφότερα αποτελούν την απόφαση του οινοποιείου για 2 κωδικούς σε χαμηλή τιμή, υψηλή ποιότητα και ξεχωριστό χαρακτήρα.

     Το ότι είναι 18άρι το είδαμε μετά, όταν ψάχναμε τις λεπτομέρειες τη φιάλη, επειδή μας άρεσε πολύ το κρασί, ήταν τόσο ξυραφένια η οξύτητα, που ούτε που μας πέρασε απ το μυαλό. Το είχα δοκιμάσει στις εκθέσεις και με είχε εντυπωσιάσει, μαζί με τα υπόλοιπα του οινοποιείου, αλλά σπίτι με φαγητό, not yet. Τρία λαυράκια λοιπόν, υπέροχα ψημένα στη γκαζοπατέντα μου, χορταράκια και πρασινάδα για βοσκαρέ.

     Ανοιχτό σχεδόν λεμονί. Κομψότητα. Μύτη αρχικά κλειστή, σιγά-σιγά άνοιξε σε εσπεριδοειδή (γρέιπφρουτ και πορτοκάλλι) και ξύσμα λεμονιού και κουμ-κουάτ μπροστά και περγαμόντο αποξηραμένο σχεδόν στο τέλος. Ξυραφένια οξύτητα, αλλά απαλή σα χάδι ή ολοκαίνουργιο Gillette Mach 5. Κάτι ατσάλινο σε μορφή πολύ φίνων ταννινών με τα ίδια φρούτα της μύτης να ξεδιπλώνονται αργά στο στόμα. Ορυκτή επίγευση. Το λαυράκι εξαιρετικό, αλλά το κρασί το πάει περίπατο. Θα σήκωνε και σφυρίδα φέτα και μαύρο ριζότο σηπίας, που έχει λυγίσει Σαντορίνη. Το 13,5 αλκοόλ κρατάει τη μπουκιά απ τη μέση απαλά σαν χορευτής του τάνγκο, η ισορροπία  στον στροβιλλισμό είναι απόλυτη, το γεύμα συνεχίζεται με θαυμαστικά. Ξέχασα, αν θυμάμαι καλά οξύτητα 6,5,  ph 3,15 με το 13,5 αλκοόλ. Αυτό εξηγεί την ισορροπία, τη διατήρηση της οξύτητας μετά από 18 μήνες και την ορυκτότητα χωρίς βενζοϊκά που αρχίσαμε να προσέχουμε προς το τέλος. Επίσης το ότι δεν επηρεαζόταν από τις ξυνούτσικες βοσκαρέ, είχε τη δική του, που ήταν μεγαλύτερη. Και παρ’ όλο το υπέροχο φαγητό, ψάρια κλπ, το κρασί κυριάρχησε με αυτήν την υπέροχη ατσάλινη κομψότητα με τη μακρυά επίγευση αποξηραμένου περγαμόντου.

R1
R2

    Τελικά ήταν κοντύτερα σε ένα ξηρό Riesling παρά σε μια Σαντορίνη, όσο το σκέφτομαι, που σημαίνει ότι είχε δικό του χαρακτήρα, που δεν ξεχνιέται εύκολα. Και όσο το σκέφτομαι, θέλω να πάρω άλλη μία φιάλη, που θα είναι του ’19 που μόλις εμφιαλώθηκε με λίγο διαφορετικό τεχνικό φύλλο: οξύτητα 8.00, ph 3.36, αλκοόλ 14. Πoλύ περισσότερη οξύτητα, που ισορροπείται όμως με υψηλότερο αλκοόλ και ph. Δηλαδή οξύτητα Chablis  με ισορροπία και σώμα Premier Cru. Πάρτε 2 φιάλες, η μία δε φτάνει στην ηλικία σας...τι ψυχή έχουν 2 δεκάρικα για 2 τέτοια κρασιά;

 

 

 

Προκειμένου να παρέχουμε καλύτερη εμπειρία στους χρήστες μας, χρησιμοποιούμε cookies. Διαβάστε Περισσότερα